Σάββατο 27 Αυγούστου 2016

«H Τελευταία Αλκοόλη»









Χταπόδια χέρια στριφογυρίζουν τα ποτήρια, έκτακτοι και μόνιμοι πότες που γλωσσοκοπανούν γέλια και δάκρυα μέσα στο αλκοόλ, που μαστιγώνουν τα κρύα της εργασίας τα μεδούλια με σούπα από ορμητικό οινόπνευμα πασπαλισμένη με ιδρώτα.
Και εγώ, τσιγάρο 75, καπνός ανεβαίνοντας κακοντυμένος. Μέσα και δίπλα στα πνευμόνια και τα ήπατα με την σκληρότητα μαρμάρου που επίκεινται ολοκληρωτικά πάνω στην κάθε γκρι απόγνωση και απελπισία.
Κι αυτός, ο μπάρμαν, μια βρύση πίσω από το σκαλισμένο ξύλο, βγάζει ψαλίδια από τις τσέπες του, κόβει ποτά σε δόσεις ακριβείας, και από τις χαραμάδες κάθε μπουκαλιού, διπλοκλειδώνει την κάθε οργή, ταύρος που μασκαρεύεται σε ταυρομάχο με χέρια που ρίχνουν απλόχερα ελεημοσύνη σε όλους τους στεναγμούς που ξεφυσούν γύρω από τη μουσική σκηνή του.
Αυτό το προσωρινό κατάλυμα, το μπαρ που λίγο το νοιάζει αν το διασχίζουν ανώνυμοι ίσκιοι, συντρίβει πόνους, ράβει πληγές, και υλοποιεί της κάθε εκκλησιάς τις υποσχέσεις.
Ένα κάλεσμα είναι, μια ορθάνοικτη αγκαλιά, στην κάθε γωνιά των πόνων και των χαρούμενων στιγμών, καμωμένο να ροκανίζει τη νύχτα και το πρωί να κλείνει τα φτερά του.




Το μπαρ, αιχμή της κάθε απόδρασης, στην ακριβή και αναγκαία γωνία, αιχμή που προσκαλεί και γελαστά ανοίγει την αυλαία στης κάθε νύχτας την άναρχη φυγή.










«H Τελευταία Αλκοόλη»



Πνιγόμουν σε ιστοφάγα παγίδα
ασθμαίνων στους πόθους των μηρών
λιγότερος πολύ από διψασμένο όν
που σε τακτά διαστήματα
ποτίζουν με ιδρώτα Αμαζόνων.
Στο τέλος ,
με άρπαξε ένα πτηνό ,
-ονόματι Αλκοόλη-
πλανόμενο σαν σινιάλο καπνού,
και με πότιζε με πάθος και υπερβολή
που οδηγεί στη σοφία ενός απύθμενου σύμπαντος
με ορθάνοικτο στόμα χωρίς περάσματα,
αφηγητής και κάτοπτρο της πτώσης
που παραδέρνω μόνιμα αιωρούμενος.
Και εγώ,
όμοιος με αρνί βόσκω την ακινησία ,
αναμένοντας χαμογελαστούς λύκους
και επιμειξίες θηλυκών όντων χωρίς πρόσωπα
μόνο με μάσκες κατοικημένα,
σκέλεθρα της γενετήσιας μου ορμής.
Και αυτή,
η Υπεραξία που με αποκτήνωσε
κολυμπάει στην Αλκοόλη
χορεύοντας με ηδονή.
Πλάνη; Ζύμη καυστική,
ένα άκουα φόρτε είναι,
ή ένα δυνατό ragtime;
Ευκολότερα αστραπή να πιάσω,
ευκολότερη αυτή καθεαυτή και η ανάσταση,
παρά η προστακτική της έλευσης,
η προσμονή σε τροχιά αγρυπνίας
της τελευταίας Αλκοόλης,,
λείψανο και απομεινάρη του κάθε έρωτα,
της απολύτρωσης της κάθε αναίτιας νύχτας.




video







Απόδοση : Θανάσης Πάνου
Μουσική :Ακης Περδίκης























































Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου