ΟΙ ΚΟΠΑΝΕΣ ΤΟΥ ΣΚΙΠΙΩΝΑ
Όταν
αποφάσισε να κόψει την μπουρδελότσαρκα ήταν ήδη πενήντα χρονών. Αμετανόητος χαβαλεδάκιας δεν θυσίασε ποτέ τις απλές συνήθειες που είχε
ως έφηβος. Τις κοπάνες από το σχολείο
τις συνέχισε με κοπάνες από τη δουλειά, όπως συνέχισε και τον πληρωμένο έρωτα στα Μπουρδέλα, τις
καθημερινές μπαρότσαρκες και τον χαβαλέ σε όλους και για όλα. Τα σοβαρά πράγματα του προκαλούσαν πάντα γέλια
και κορόιδευε τους φίλους του όταν τους έβλεπε να τους παίρνει από κάτω. Στα
πενήντα του ήταν δηλαδή ακόμα ένας έφηβος που τον οδηγούσε το πουλί του.
Γιαυτόν ήταν μία έξυπνη οντότητα με την πιο αντρίκια ορθοστασιά, που τις είχε εμπιστοσύνη και
γιαυτό η σχέση τους είχε διατηρηθεί τόσο στενή που έκαναν πολλές φορές και
ατέλειωτους διαλόγους. Έτσι μαζί έκαναν
και τις πιο έξυπνες κοπάνες από τις σχέσεις, μαζεύοντας λάφυρα από όλες τις εθνικότητες
της γης. Το όνομά αυτού, Σκιπίων ο
Αφρικανός και ως οντότητα ήταν εγωιστής και περήφανος, ένας καθοδηγητής που του
είχε τόση αδυναμία που δεν του αρνιότανε ποτέ τίποτα. Όταν κάποτε μάλιστα, ο Σκιπίωνας αρρώστησε -από κάποια πουτάνα
κόλλησε δηλαδή - κατέρρευσε για πρώτη φορά η ψυχολογία του. Μαραμένος ο
Σκιπίωνας στην αποθεραπεία και μαζί του συμπάσχων σκυφτός και χαμένος έβριζε τη
μοίρα του και όλα τα μπορντέλα της γης.
Από τότε έγινε και πιο εκλεκτικός και
ανάλγητος με τις γυναίκες και μάλιστα
δεν ξαναφίλησε το μνημείο τους. Τα τελευταία δύο χρόνια όμως κάτι άλλαζε. Από
την μία η κρίση των πενήντα και από την άλλη η αφοσίωση και υπομονή της κοπέλας
του τον άλλαζαν. Μαζί του άλλαζε και ο Σκιπίωνας . Ο μέγας στρατηλάτης είχε
αρχίσει να κάνει κοπάνες από τις μάχες και προτιμούσε χωρίς το σπαθί και την
πανοπλία του να αράζει. Βέβαια ένας μαχητής και μάλιστα στρατηλάτης είναι πάντα
ετοιμοπόλεμος , απλά είχε γίνει λίγο πιο μαλθακός αλλά πάντοτε διατηρούσε
οξύτατη την διαπεραστική του όραση. Μπορούσε να γδύνει με τα μάτια του
οποιαδήποτε γυναίκα, να ζυγίζει με ακρίβεια τα στήθια της και να διακρίνει, όσο
καλά και αν ήσαν κρυμμένα κάτω από πουκαμίσες ή και παλτά, τα κωλομέρια της. Παλαιότερα βέβαια , όταν με μια ματιά
σκανάριζε την γυναικεία σιλουέτα ο Σκιπίωνας είχε ήδη καταστρώσει το σχέδιο για
την σύλησή της.
Τώρα απλά σιγοψιθύριζε :
«ααα , να ένας αχλαδόκωλος , σαν της
Μαρίας είναι, ααα να ένα μήλο σαν της Ιωάννας είναι» ως εκεί δηλαδή.
Η
σύντροφός του , έξυπνη και υπομονετική γνώριζε πολύ καλά πως μια γυναίκα , και
μητέρα να μη είναι, μπορεί να δαμάσει, να αλλάξει, ακόμα και να υποτάξει
οποιοδήποτε αρσενικό. Η θηλυκότητας της ήταν το πρώτο της όπλο. Ακολουθούσε η
επανάληψη της άποψής της με σταθερότητα, υπομονή και ακόμη και την νύχτα ο
μινιμαλισμός συνεχιζότανε και διολισθούσε πονηρά και στα όνειρα του συντρόφου
της. Μόνο τα πρωινά που ήταν φρέσκος-φρέσκος
έκανε ένα μικρό διάλειμμα αποφεύγοντας έτσι τα νεύρα και την αντίδραση , δηλαδή
προάσπιζε το έδαφος που είχε ήδη κατακτήσει. Δοκιμασμένη μέσα στο χρόνο αυτή η
αρχαία παραδοσιακή θηλυκή συνταγή που μεταφερόταν ως κρυφή γνώση από την γιαγιά
στη μάνα και από τη μάνα στην κόρη είχε πάντοτε επιτυχία.
Μετά
δέκα χρόνια είχε γίνει πλέον ένας νοικοκύρης, ένας άριστος οικογενειάρχης που η
μεγάλη περηφάνια του, ο πολύτιμος καρπός του ,ο γιός του, ήταν πλέον η μόνη του
έγνοια. Από το πρωί μέχρι το βράδυ δεν τον άφηνε από τα μάτια του. Του έμοιαζε
τόσο πολύ που το έλεγαν όλοι και αυτός
φούσκωνε από υπερηφάνεια για τον πολύτιμο καρπό του.
Ο
μόνος φόβος που έβγαινε από τις υπόγειες στοές του νου του , ήταν μήπως και
γίνει αδελφή, μια σκέψη που τον τρομοκρατούσε. Έτσι καθημερινά με την κάθε
ευκαιρία κρυφά από την άγρυπνη ματιά της γυναίκας του η κοινωνικοποίηση στον
ανδρικό κόσμο, όπως τον είχε βιώσει αυτός βέβαια, ήταν επιτακτική ανάγκη ακόμη και στις βόλτες στην
παιδική χαρά.
– junior τι είναι αυτά τα
παιδιά με τα φουστάνια που τρέχουνε έτσι αστεία;
- κορίτσα!
–
Μπράβο και τι είμαστε εμείς;
- Ανδριδες!
- γιεες ! άνδρες!
Μετά από λίγα χρόνια που ενηλικιώθηκε ο junior , ήταν καιρός να υλοποιήσει το σχέδιο της μύησης , την
τελετή που ο μικρός καρπός του θα γινόταν άνδρας με τη βούλα. Είχε φτάσει η ώρα
της πρώτης μπουρδελότσαρκας. Για τον σκοπό αυτό είχε πράξει βέβαια και την
κατάλληλη έρευνα. Ο παροπλισμένος Σκιπίωνας ξύπνησε από την λήθη, φόρεσε το
σκουριασμένο θηκάρι του και επισκέφτηκε πρώτος τα καλλίτερα μπορδέλα για να
επιλέξει την ιδανική ιέρεια που θα ξεπαρθένευε τον γιό του.
Καθισμένος
στον βελούδινο καναπέ στο μικρό σαλονάκι αναμονής , χαμογελούσε μόνος του ,
σίγουρος , πως η ακριβοπληρωμένη βυζαρού που είχε τόσο σχολαστικά επιλέξει , έπνιγε στα στήθια της τον junior από ηδονή.
Έμεινε
με τα μάτια καρφωμένα στην πόρτα για να συλλάβει το πρώτο ανδρίκιο ύφος του Junior ενώ στο μυαλό του είχαν ξαναγεννηθεί
οι εικόνες από την πρώτη δικιά του επίσκεψη που ο θείος του είχε επιμεληθεί με
την αντίστοιχη ευλάβεια.
Θυμήθηκε
την αγωνία , την λαχτάρα και την ηδονή του εξερευνητή που επιτέλους πατάει στα
εδάφη που ονειρευόταν. Ο χρόνος όμως κυλούσε και ο junior δεν
έλεγε να βγει από το δωμάτιο της μύησης. Τελικά δεν άντεξε , χτύπησε την πόρτα
και ας αισθανόταν με αυτή την πράξη μεγάλος μαλάκας .
-Όλα
καλά μέσα; ρώτησε με μαλακή φωνή.
-
Ααα, έλα άνοιξε, δεν μπορώ να περιμένω άλλο… ο χρόνος είναι χρήμα. Απάντησε η
πουτάνα.
-Τι
έγινε, που είναι ο Μιχάλης;
-Ξέρω
γω; O
γιόκας σου την κοπάνησε! ;Όταν άνοιξα τα μπούτια μου πήδηξε
από το παράθυρο και έγινε μπουχός! Περίμενα τον μπούλη σου μήπως γυρίσει…μπορεί
να χέστηκε το παιδί σκέφτηκα, χαχαχα!
Άφησε
τα χωρίς αντίκρισμα λεφτά και έτρεξε θολωμένος προς το σπίτι του για να
ξεδιαλύνει όχι τόσο το μυστήριο αλλά τον λόγο που έπεσε σε τέτοια απρόσμενη
πλάνη .
Ο
γιός του ένας κοπανατζής λιποτάχτης του σεξ; Ο καρπός του, λιποτάχτης του έρωτα, ένας χέζας
, ένας μπούλης , που δεν έμοιασε στον πατέρα του και στον μέγα στρατηλάτη ;
H γυναίκα του , ναι αυτή έφταιγε ναι, πονηρά
φρόντιζε πίσω από την πλάτη του, από αμείλικτο πολέμαρχο σε ρομαντικό
πριγκιπόπουλο να τον πλάσει. Σίγουρα θα του έλεγε ιστορίες για πριγκιπόπουλα
που πολεμάνε δράκους που πριγκίπισσες στοιχειώνουν και γίνονται βατράχια που
προσμένουν το φιλί μήπως και γαμήσουν και άλλα τέτοια γλυκανάλατα.
Στο
νεανικό δωμάτιο όλα έδειχναν όπως πάντα φυσιολογικά. Δηλαδή xύμα πεταμένα τα ρούχα και τα παπούτσια
, παντού κόμικς και cd
's.
Αποφάσισε τότε να ανοίξει για πρώτη φορά τα συρτάρια του γραφείου , κάτι που
δεν είχε κάνει ποτέ , γιατί ήταν αντίθετο με τις αρχές του. Άλλωστε αυτό ήταν και το μόνιμο θέμα καυγά με την δική του μητέρα, που ψαχούλευε
συνεχώς τις τσέπες του, τα συρτάρια του ακόμη και κάτω από το κρεβάτι του και
δεν του επέτρεπε με την ασφυκτική αγάπη της να έχει την ιδιωτική του ζωή.
Η
πρώτη έκπληξή του ήταν η πλήρης απουσία από τσόντες. Ούτε ένα play boy ούτε μια φωτογραφία με βυζιά ούτε κάτι
άλλο που έπρεπε να είναι εκεί όπως όφειλε η σεξουαλική όρεξη και περιέργεια ενός
εφήβου. Εντάξει σκέφτηκε, τα παιδιά σήμερα τα έχουν όλα στο κομπιούτερ… δεν
ησύχαζε το μυαλό του όμως… και τότε το μάτι του έπεσε σε ένα βιβλίο που ήταν
γεμάτο σελιδοδείκτες… Ένοιωσε πως αυτό το βιβλίο με το παλιό μονόχρωμο εξώφυλλο
που ήταν με αγάπη και επιμέλεια σε ξεχωριστή θέση ήταν η απάντηση στα ερωτήματά
του.
– Χμ … «Πλάτωνος Συμπόσιον» υπο Ιωάννου Συκουτρή, Ακαδημία Αθηνών –
Ελληνική βιβλιοθήκη , αριθμός αντιτύπου 1 , βιβλιοπωλείο της Εστίας 1949.
Κάθισε στην καρέκλα , φόρεσε τα γυαλιά του και
το άνοιξε. Στην πρώτη σελίδα με ωραία γράμματα ήταν η αφιέρωση και υπογραφή της γυναίκας του:
«της αγάπης
μου, …αρχήν εμπειρίας προς την του έρωτος κατάκτησιν».
Δεκάδες stickers , μικρά έγχρωμα
αυτοκόλλητα χαρτάκια , με αστέρια και υποσημειώσεις ήσαν η φωτεινή απόδειξη για
την σπουδαιότητα που είχαν αυτά τα κείμενα για τον γιό του.
Στην πρώτη σημείωση
με μεγάλα γράμματα διάβασε:
“Δύο
είναι τα αγαθά του έρωτα που οφείλω να προασπίζω ως ευγενής και ταπεινός εραστής… Α) το αίσθημα
της τιμής Β) την περιφρόνηση του θανάτου. Αντίθεση: Γυναικός ήττων ,
χρημάτων ήττων . Ο πάνδημος έρως , της μεγάλης μάζας των
ανδρών δηλαδή της αισθησιακής απόλαυσης
εφήμερος και αποκλείων κάθε ψυχική επαφή”.
Χμ.. αυτό μήπως ήταν και η γνώμη που έχει για εμένα;
“Ό
έρως και τον ερώντα κυρίως αναβιβάζει από την σφαίρα ενός ανθρώπινου αισθήματος
προς το αντίκρισμα του απόλυτου, του αιώνιου, του θείου”.
Βυθίστηκε
και παραδόθηκε ως ο τριαντάχρονος Σωκράτης στην αποκάλυψη των υψίστων μυστήριων
, τα άγια των αγίων του έρωτα, όπως η προφήτιδα Διοτίμα μοναδικά μπορούσε να μυήσει. Ανεπαίσθητα από την πρώτη αντίδραση του
δικού του δογματικού κόσμου, μετέπεσε στην
έκπληξη και από εκεί στη μαγεία της φλογερής ευγλωττίας που απευθύνεται όχι
στον εγκέφαλο και τον Σκιπίωνα αλλά στην ουσία του έρωτα που δεν είχε ποτέ φανταστεί.
Ναρκωμένος γύριζε τις σελίδες , διάβαζε τις σημειώσεις του γιου του και οι
αποκαλύψεις αυτού του κόσμου που δεν είχε φανταστεί ότι κάτω από την ηδονή της σάρκας περιείχε κάτι
βαθύτερο ,τον συγκλόνισαν.
Στο
άδειο παιδικό δωμάτιο , καθισμένος μόνος του σα μαθητής στο γραφείο, μέσα από αυτό
το βιβλίο ένοιωσε πρώτη φορά τα αυτιά
του να ανοίγουν και να ακούει τον γιό του.
Ένα άνθος εκλεκτό είναι, σκέφτηκε, που
βλαστάνει σιγά-σιγά , αναθρώσκει και αναπάλλεται μέσα από το δικό του έδαφος που χωρίς λίπασμα
το μεγάλωνε γιατί και ο ίδιος είχε μεγαλώσει με τον έρωτα σαν παιχνίδι, σαν μια μάχη που αποσκοπούσε σε συλλογή λαφύρων.
Αυτή η
ατασθαλία, η τρικυμία των δυνατών παθών που εκτόνωνε σε αίθουσες μπουρδέλων συνειδητοποίησε
πως ήταν η μεγαλύτερη κοπάνα του. Από το
θαύμα του έρωτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου