«Rebelus claniolus»
Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΗΣ –ΠΟΡΔΟΣ Ο ΨΑΡΑΚΑΣ
Τα ψάρια έχουν και αυτά τα ταμπού τους.
Όλοι γνωρίζουμε ότι τα θαλάσσια όντα έχουν κάποιο περίεργο πρόβλημα με την αναπνοή τους
εκτός θαλάσσης και κυρίως με την εκ των όπισθεν εκπνοή εντός του φυσικού τους
χώρου.
Το μπαρμπούνι για παράδειγμα είναι κατακόκκινο γιατί δεν κλάνει όπως
λέει και το σχετικό ανέκδοτο, αλλά παρ΄ολαυτα δεν σκάει, όπως μυστηριωδώς
συμβαίνει και με τα άλλα θαλάσσια όντα.
Όπως όμως η ανθρώπινη κοινωνία διαθέτει νόμους για
την εύρυθμη λειτουργία της αλλά και παράνομους ή επαναστάτες που με τη
ρηξικέλευθη φωνή τους φέρνουν την αλλαγή έτσι και η υγρή κοινωνία έχει τον
επαναστάτη της.
Το ανακάλυψα πρώτος , σε μια κατάδυσή μου στα
γαλανά νερά του λιβυκού πελάγους, όταν σε ένα πλανάρισμα η άκρη του ματιού μου
συνέλαβε μια μαθηματική αλληλουχία από πολλές ύποπτες φυσαλίδες να εκρέουν από
ένα θαλάμι.
Σύρθηκα αθόρυβα προς αυτή την κατεύθυνση και με την υπομονή που
οφείλει να έχει ένας ψύχραιμος και βραδυκίνητος ψαροκυνηγός , περίμενα το
άγνωστο ψάρι να πεινάσει και να βγει να βοσκήσει.
Με ρίγη υψίστης τάσεως μέσα στο γλυκό νάζι του νερού,
παρακολουθούσα το κωμικό αυτό ψάρι που χωρίς ταμπού πέρδεται ασυστόλως
αιωρούμενο πανέμορφα σε μια γαλήνια θαλασσογραφία όπου ο κάθε δύτης ονειρεύεται
να βρεθεί.
Ο ψάρακας αυτός είναι ένα μεσαίου μεγέθους θαλάσσιο όν το
οποίο τρέφεται αποκλειστικά με πλαγκτόν , όχι όμως από οποιοδήποτε θαλάσσιο
περιβάλλον αλλά μόνο από το σπάνιο πλαγκτόν του λιβυκού πελάγους με την άπιαστη
αλμυρή νοστιμιά του.
Γι αυτό και είναι σπάνιο και υπάρχει μόνο νότια της Κρήτης και βόρεια της
Λιβύης.
Το πρόσωπό του είναι ήρεμο, αλλά τα μάγουλα τα
χείλη και ο πισινός του είναι κατακκόνικα σαν
το ρουμπινί κόκκινο του κρητικού κρασιού.
Το βλέμμα του παράξενα ήρεμο
για επαναστάτη χωρίς ταμπού, έμοιαζε σαν το φως των προβολέων καθώς σκεπάζονται
από πυκνό πέπλο σκόνης.
Ομολογώ πως χωρίς τύψεις έστρεψα το λαστιχοβόλο μου προς το μέρος του
και με τους φίλους μου το ίδιο βράδυ το καταβροχθίσαμε με λαδολέμονο στα
κάρβουνα.
Σε αυτό το συμπόσιο μας υποχείρια και εμείς της μαζικοποιημένης
κοινωνίας που ευνουχίζει την κριτική ικανότητα, δεν σκεφτήκαμε ότι δολοφονήσαμε
και μάλιστα φάγαμε εν ψυχρώ έναν επαναστάτη.
Το χρήσιμο γαστρονομικά είναι πως ακόμη και κάτω
από τη μαγιονέζα δεν είναι νόστιμο, αντίθετα άνοστο είναι σαν άχυρο και αυτό συνηγορεί στην άποψη πως η
νοστιμιά του μπαρμπουνιού οφείλεται στην ανυπαρξία των εκ των όπισθεν αερίων
εκροής.
Επιμύθιον:
Το πρακτικό της ανακάλυψης αυτής είναι πως αν
συναντήσετε σε μια κατάδυσή σας το Rebelus claniolus, έχετε μέσα από αυτή την προσωπική εμπειρία την ακαταμάχητη απόδειξη της
εξελικτικής πορείας των πλασμάτων του σύμπαντος. Με αυτό εννοώ ότι τίποτε δεν
έχει εξελιχθεί τυχαία και με απαγορεύσεις Θέσφατες, άρα ότι τρέφεται, αποβάλλει και φυσιολογικά πέρδεται.
(Από το βιβλίο : «Το υδάτινο Πέρασμα» αφηγήματα )
«Ηοmo claniolus»
Υπάρχουν αρσενικές και θηλυκές πορδές.
Η φυσιογνωμία της ανδρικής μοιάζει με την
προσωπικότητα του φορέα και συνήθως είναι εξωστρεφής , θορυβώδης και μεγάλης
διάρκειας.
Ιδιαίτερα όταν υπάρχει συναγωνισμός στην αντρική παρέα που από τα
εφηβικά χρόνια διοργανώνει και τους αντίστοιχους μυστικιστικούς ευδαιμονικούς διαγωνισμούς.
Αντίθετα,
για την γυναικεία γνωρίζουμε ελάχιστα και υπάρχει ο μύθος ότι δεν υφίσταται.
Στην πραγματικότητα ,
μοιάζει με μια πρωινή δροσοσταλίδα που είναι κρυμμένη καλά στην άκρη του
γαλαξία και είναι φυσικά πολύ μικρή και αθόρυβη.
Όταν εκφέρεται εκφράζει ταυτόχρονα την σαρκική μορφή του έρωτα και την αποδοχή
της ανθρώπινης γυναικείας φύσης.
Το σχήμα της
είναι ελικοειδές σαν τον κάλυκα ανθισμένης μιμόζας και το άρωμα αυτό της
γαλάζιας φωτιάς.
Έχει συμβεί μάλιστα σε
πολλούς άνδρες να γελάσουν αιφνιδιασμένοι στην παρουσία της και ταυτόχρονα να ανακαλύψουν την δύναμη του
γυναικείου χαστουκιού.
Ωστόσο , δεδομένης της απαγόρευσης , είναι
ενδιαφέρουσα η επιστημονική προσέγγιση του πέρδεσται.
Γνωρίζουμε ότι η ικανότητα εμπλοκής και επιβολής της εξουσίας υπάρχει από την αρχή της ζωής ,
όπου κυριαρχούν έμφυτα μερικά
«προγράμματα» , όπως το χαμόγελο, το κλάμα το ρεύεσται και το πέρδεσται.
Έτσι, στις πρώτες μορφές συμπεριφοράς
και έκφρασης των παιδιών, εστιάζεται το
ενδιαφέρον των ειδικών επιστημόνων για να ανακαλύψουμε πότε και με ποιά ευκαιρία
επιβάλλονται τα διάφορα ταμπού.
Οι παρατηρήσεις της κοινωνιολογίας και της ψυχολογίας σε παιδιά διαφόρων ηλικιών τα οποία ζουν σε κανονικό περιβάλλον,
αποδεικνύουν πως από τις πρώτες μέρες
της ζωής, υπάρχει ως φυσιολογικότατη αυτή η πράξη που είναι από τις πρώτες που θα
απαγορευτούν πονηρά και υποχθόνια από
την γερακοφωλιά της εξουσίας.
Το νεογέννητο , «ενεργοποιείται» με αυτούς τους κλανιάρικους ήχους (όπως και με το ρέψιμο) και
μάλιστα απαντά κλαίγοντας εκφράζοντας το
φόβο του .
Στους επόμενους μήνες ένας τρόπος για να απαντά στα πειράγματα
και στα γλυκανάλατα παιχνίδια των
μεγάλων -όταν είναι βέβαια σε καλή
διάθεση- είναι να παράγει φωνούλες ή ψελλίσματα με τόνους και διαβαθμιζόμενη ένταση
, αλλά και κλανίτσες που μας κάνουν να διερωτόμαστε πώς είναι δυνατόν να είναι
τόσο βρωμερές οι εκροές από ένα τόσο αγαθό κωλαράκι.
Στην πορεία της ζωής , η απαγόρευσή της κλανιάς επιβάλλεται σιγά – σιγά
από τους κανόνες της συμβίωσης σε ένα πολιτισμένο περιβάλλον και
αποτελεί βασική εκμάθηση στην διαδικασία κοινωνικοποίησης από την οικογένεια.
Όποιος
ασυστόλως πέρδεται χαρακτηρίζεται αυτόματα άξεστος και αγροίκος. Πρέπει
οπωσδήποτε να κρατάς τα προσχήματα , να
διαφυλάττεις επικινδύνως το αέριο μέσα σου -όσο καταπιεστικό και αν
είναι- και να βρεις το κατάλληλο ερημικό
τοπίο όπου μπορείς ανενδοίαστα πλέον, χωρίς τύψεις, να απολαύσεις την
εκροή του με όλο το θόρυβο που συνεπάγεται.
Πρέπει βέβαια να τονιστεί ότι μιλώντας για
πολιτισμένη κοινωνία, η αναφορά γίνεται στον ευρωπαϊκού τύπου πολιτισμό με την
αποικιοκρατική ιστορία του και τα συμπλέγματα ανωτερότητας που τον διακατέχουν.
Υπήρξαν όμως πολλές άλλες πολιτισμένες μικροκοινωνίες , κοινωνιακοί
τύποι και φυλές -που τις εκμεταλλεύτηκε ο σύγχρονος πολιτισμός καταπίνοντας
τες- με τελείως διαφορετική αντίληψη για το κλάνειν.
Μασαϊ , Μπαντού, Γιασμίρ,
Ναβάχο, Σεουϊρ … χωρίς ταμπού με ελευθερία στο κλάνειν και στον έρωτα, που δεν
ήταν καταδικασμένος ως μιαρή πράξη από τα ιερατεία.
Οι Μπαντού μάλιστα έχουν ένα ρητό Δελφικού
τύπου : «Για να πιάσεις ένα Ιμπάλα δεν πρέπει να το προσπεράσεις κλάνοντας» και
με αυτό δηλώνουν και τη μυστική δύναμη του κυνηγού που και αυτή ευνούχισε η
δικιά μας κοινωνία διαμορφώνοντας μόνο θηράματα.
Το ερώτημα πάντως που παραμένει είναι , αν αυτή η
ικανοποίηση ελευθερίας που νοιώθουμε με την εκροή των αερίων
είναι μια έμφυτη τάση του ανθρώπου, ή αν απλά είναι η μόνη επαναστατική αντίδραση που μας έχει απομείνει
απέναντι στις καταπιεστικές απαγορεύσεις
της γερακοφωλιάς της εξουσίας .
Αυτή η θέση όμως δεν πρέπει να μας κάνει να
ξεχνάμε δύο σημαντικά σημεία:
Πρώτον ,
ότι υπάρχουν διαφορές μεταξύ των ατόμων και επομένως ότι μερικoί έχουν διαφορετική επαναστατική- ηθική ευαισθησία
για το θέμα και μικρότερη ένταση στις κλανιές από άλλους και δεύτερον , ότι το
«πρόγραμμα» των φυσιολογικών αναγκών είναι βέβαια έμφυτο , αλλά και «μερικό» ,
δηλαδή έχει ανάγκη να καλλιεργείται και
να τροφοδοτείται στην πορεία της ζωής ,
σε επαφή με άλλα πρόσωπα και ελεύθερες ιδέες που λειτουργούν αντισυμβατικά.
Τελικά,
χωρίς την «συνδρομή» της κατανόησης των ταμπού, όπως το «ου πέρδεστε» δημοσίως
, οι επαναστατικές τάσεις
μας μπορούν σιγά-σιγά να σβήσουν.
Ποίηση-Λογοτεχνία
Θανάσης Πάνου