Όπως οδηγούσε κοίταξε τη σύντροφό του.
-Κλαίς;
Τα
πράσινα μάτια της ήταν μισόκλειστα και
η βροχή που κυλούσε στα μάγουλά της
έδινε την εντύπωση ότι έκλαιγε. Ίσως
και να έκλαιγε πράγματι. Το πρόσωπό της
ήταν ήρεμο, αλλά τα μάγουλά της ήταν
κατάχλωμα από τον εσωτερικό πόνο.
Συνέχισε να οδηγεί το τζιπάκι πάνω στο
μισοσβησμένο χωματόδρομο ενώ γύρω τους
δεν υπήρχε παρά ένα παράξενο λυκόφως,
που δημιουργούσε το φώς των προβολέων
καθώς σκεπαζόταν από το πυκνό πέπλο της
σκόνης.
Τώρα, μετά από 150 χιλιόμετρα και αρκετές στροφές, ο δρόμος κατευθυνόταν για δύο χιλιόμετρα προς τα δυτικά, στο μέρος που είχαν γνωριστεί στις διακοπές τους, πριν δέκα ολόκληρα χρόνια. Χρόνια που πέρασαν γλυκά, με νύχτες που τους αγκάλιαζαν το ίδιο υπέροχα, με το ίδιο δροσερό άρωμα που τους αιχμαλώτιζε από την πρώτη φορά.
Τώρα, μετά από 150 χιλιόμετρα και αρκετές στροφές, ο δρόμος κατευθυνόταν για δύο χιλιόμετρα προς τα δυτικά, στο μέρος που είχαν γνωριστεί στις διακοπές τους, πριν δέκα ολόκληρα χρόνια. Χρόνια που πέρασαν γλυκά, με νύχτες που τους αγκάλιαζαν το ίδιο υπέροχα, με το ίδιο δροσερό άρωμα που τους αιχμαλώτιζε από την πρώτη φορά.
Η
ίδια ζεστή αγκαλιά για δέκα ολόκληρα
χρόνια, το ίδιο απαλή και με τον ίδιο
πιστό σύντροφο δίπλα τους. Τον γλυκό
τους σκύλο, ΟΣΚΑΡ.
Αυτός,
που υπήρξε και η αφορμή της γνωριμίας
τους όταν ως δύο άγνωστοι που ξένοιαστα
διασκέδαζαν στο ίδιο μπαράκι, έτρεξαν
ταυτόχρονα προς τη μικρή λακκούβα που
είχαν εγκαταλείψει το μικρό σκυλί.
Με
αφορμή τα κλάματά του κουταβιού και την
ίδια οργή για την βάρβαρη πράξη ενός
ανθρώπου, τον αγκάλιασαν και έγιναν
αμέσως τρείς σύντροφοι αχώριστοι.
Μέχρι
τη χθεσινή βραδιά.
Ο
ήλιος πλέον τους χτυπούσε με δύναμη
όταν βρέθηκαν στο σημείο της πρώτης
τους συνάντησης στην έρημη χειμωνιάτικη
κατασκήνωση.
Έδεσαν
τα χέρια τους και μαζί βρέθηκαν στην
άκρη του λάκκου. Τα δύο ελεύθερα χέρια
τους έγιναν μια χούφτα που την γέμισαν
με χώμα. Χωρίς να πέσει ούτε ένας κόκκος,
έσκυψαν αργά σε μια ιεροτελεστία δίχως
προσευχές και θρήνους και έριξαν απαλά
το χώμα που σκέπασε τα γλυκά μάτια του
πιστού τους συντρόφου.
Δέκα
χρόνια και ήσαν οι τρείς ως ένας. Η τρύπα,
ήπιε το χώμα και η γη αγκάλιασε το σώμα
του.
Αυτή
η νύχτα στο σπίτι τους ήταν αβάστακτα
βαριά.
Η
πρώτη βραδιά χωρίς το γάβγισμά του.
Ότι
και αν συνέβαινε από εδώ και εμπρός η
ζωή τους δεν θα ήταν πια η ίδια.…και
ναι..δεν θα είχαν άλλο σκύλο με το όνομα
ΟΣΚΑΡ.
Θα
είχαν ένα αγγελόσκυλο φύλακα πνεύμα
για πάντα.