Ο γερό -Ζανί φοράει ακόμη κοντά παντελονάκια.
Διέσχισε με τα δύο μικροσκοπικά σκυλιά του, όπως κάθε μέρα , την ίδια ακριβώς ώρα, την αυλή μέσα από το μικρό μπαξέ με κρεμμύδια και ανέβηκε την ίσια και στενή σκάλα. Εκεί μένει, σε ένα μικρό δωμάτιο στην οροφή , αυτός είναι ο κόσμος του.
Διέσχισε με τα δύο μικροσκοπικά σκυλιά του, όπως κάθε μέρα , την ίδια ακριβώς ώρα, την αυλή μέσα από το μικρό μπαξέ με κρεμμύδια και ανέβηκε την ίσια και στενή σκάλα. Εκεί μένει, σε ένα μικρό δωμάτιο στην οροφή , αυτός είναι ο κόσμος του.
Η ίδια ατμόσφαιρα τον καλωσόρισε.
Αφίσες στοιβαγμένες, χαρτόνια έγχρωμα, χρωματιστά παπάκια , ζωάκια πλαστικά κάθε λογής, φωτογραφίες δίχως κορνίζες, ένας Σαρλώ και πλήθος από δικούς του θησαυρούς σωριασμένους ακατάστατα. Σωριάστηκε και αυτός ξεφυσώντας στον καναπέ και χάιδεψε τρυφερά τους δύο πιστούς φίλους του. Τα σκυλιά ξάπλωσαν στα πόδια του καναπέ σε μια γλυκιά αναμονή , ισοδύναμο της ευγένειας του καλού ακροατή.
–Ναι, μια φορά υπήρξα κλόουν και μάλιστα διάσημος , παιδιά.
Στο τσίρκο που ήμουνα κοντά μισό αιώνα είχα και δικό μου δωμάτιο και η πόρτα του είχε και το όνομα μου… «Ζανί Ωμπιέ, η στρογγυλή μύτη».
Η παράσταση ήταν πάντα μαγεία και μέθη.
Το νούμερό του ήταν κάτι το ιερό, το προετοίμαζε με τελετουργία που απαιτούσε ενθουσιασμό, επινόηση, φαντασία και πάνω από όλα το απρόοπτο.
-Τα παιδιά! Αχ αυτά τα παιδιά είναι άλλα όντα! Το γέλιο της ζωής και εγώ να το προσφέρω και να το ακούω κάθε μέρα! Τα παιδιά δεν τα απογοήτευσα ποτέ, αυτή είναι η περηφάνια μου.
..
Μια μέρα πριν την παράσταση μπήκε ένας πατέρας στο καμαρίνι μου και με παρακάλεσε να προσέξω τον γιό του.
Ήταν εκ γενετής κωφός και δεν θα άκουγε τα αστεία μου. Εκείνη τη μέρα κατάλαβα πως ήμουνα ευλογημένος που γεννήθηκα νάνος. Έτσι, ξεκίνησα το νούμερό μου με περισσότερες γκριμάτσες και λιγότερα ταρατά-τά!
Γύρεψα το πρόσωπο του μικρού και ένοιωσα τον πυρετό της πρόκλησης. Εκείνη τη μέρα το σώμα μου απέκτησε ένα μάτσο γέλια!
Έγινα καρτούν , έπεσα 100 φορές με πόνους , πήδηξα πιο ψηλά από όλες τις φορές, μα πάνω από όλα με αυτό το σώμα απεικόνισα το δένδρο , ζώα πολλά, τον άνεμο και την ζέστη, έγινα το λεξιλόγιο των συμβόλων , ζωγράφισα με τις κινήσεις μου χαμόγελα στα πρόσωπα και στο νου όλων των παιδιών.
Έγινα ο αγαπημένος Ζάνι, ο κλόουν με την στρογγυλή μύτη ,που όλοι γέλαγαν και ήθελαν να ξαναδούν.
Όπως και να χει, περνούσα καλά και εγώ.
Όπως και να χει, περνούσα καλά και εγώ.
Ώσπου μια μέρα ήρθε ο πόλεμος.
Τα πρόσωπα των παιδιών γινήκανε γερασμένα και πώς να κάνω ένα γερασμένο πρόσωπο να γελάσει; Τα΄βαλα στην αρχή με τον πόλεμο , αυτό το παιχνίδι ακριβείας των μεγάλων που στοχεύει τις ψυχές των παιδιών.
...
–Τώρα θα δείτε, φώναζα στον ύπνο μου.
Άρχισα να παριστάνω την σφαίρα, το όπλο, τον βομβαρδισμό να μιμούμαι με ακρίβεια την τρέλα και την παράνοιά του,
προσπαθώντας να φέρω το ανοιξιάτικο χαμόγελο
.Έμπαινα στη σκηνή με πυροβολημένη μύτη και φώναζα:
«παιδιά μου αν δεν είστε φρόνιμα, θα γίνεται πολεμιστές…»
Ο πόλεμος όμως δεν έχει άνοιξη και άνοιξη είναι η νιότη.
Έχασα για πρώτη φορά.
Έκλεισε το τσίρκο και βρέθηκα στο μέτωπο να διασκεδάζω τους φαντάρους. Έμπαινα στη σκηνή μετά από τον ερωτικό χορό των γυναικών μπροστά στα διψασμένα ανδρικά μάτια. Έγινα η παρωδία του γέλιου, μια ολόκληρη σειρά αντιγράφων του εχθρού, σατιρίζοντας τους.
Έγινα η πόρνη του πολέμου, ντύθηκα γυναίκα και λικνίστηκα ερωτικά με στήθια μεγάλα και βαριά. Έγινα ένα ψέμα που έπρεπε να φέρει γέλιο ανάμεσα σε προβολείς θανάτου.
Αυτό δεν έπρεπε να καταντήσει έτσι. Το γέλιο εννοώ.
Δεν έπρεπε να είναι έτσι.
Επαγγελματίας του γέλιου ο Ζανί άλλαξα και ο ίδιος.
Χάθηκαν μέσα μου όλες οι αγνές προθέσεις , κρύφτηκαν μέσα μου μαζί με τα γερασμένα πρόσωπα των παιδιών.
Αυτό που μετράει είναι να σε συγκινεί η ζωή για να δουλεύεις με την χαρά και την αγάπη
Αυτό που μετράει είναι να σε συγκινεί η ζωή για να δουλεύεις με την χαρά και την αγάπη
. Σηκώθηκε ξεφυσώντας και φόρεσε τα τεράστια παλιοπάπουτσα. Άρχισε να χοροπηδά τρελά και να χορεύει μπροστά στα δύο σκυλιά του που τον μετατρέπουν σε παιδί, κάθε φορά που οι σκέψεις του γίνονται μαύρες.
...
Μέσα στις αναμνήσεις, στα χρώματα και τα γέλια, ένας γερασμένος κλόουν , ένα πολυφορεμένο χαμόγελο, ένας νάνος συν χέρια, συν πόδια ένα κεφάλι με στρογγυλή μύτη και δύο σκυλιά, απλά πράγματα και έπειτα φεύγει και αυτός και γεννιέται άλλος κλόουν πάνω στο σανίδι φεύγει και αυτός και παίρνει μαζί του το σανίδι και μένει ο πόλεμος χαράζοντας ρυτίδες στα πρόσωπα όλων των παιδιών.
Τσίρκο του χρόνου, ματιέρα της ζωής που επινόησε ένας Θεός αγέλαστος, χωρίς χιούμορ.
…
Θανάσης Πάνου
«Ζώα άγρια και οικόσιτα»