Κυριακή 31 Μαΐου 2015

Ο ΓΕΡΟ ΚΛΟΟΥΝ







Ο γερό -Ζανί φοράει ακόμη κοντά παντελονάκια.
Διέσχισε με τα δύο μικροσκοπικά σκυλιά του, όπως κάθε μέρα , την ίδια ακριβώς ώρα, την αυλή μέσα από το μικρό μπαξέ με κρεμμύδια και ανέβηκε την ίσια και στενή σκάλα. Εκεί μένει, σε ένα μικρό δωμάτιο στην οροφή , αυτός είναι ο κόσμος του. 
Η ίδια ατμόσφαιρα τον καλωσόρισε. 
Αφίσες στοιβαγμένες, χαρτόνια έγχρωμα, χρωματιστά παπάκια , ζωάκια πλαστικά κάθε λογής, φωτογραφίες δίχως κορνίζες, ένας Σαρλώ και πλήθος από δικούς του θησαυρούς σωριασμένους ακατάστατα. Σωριάστηκε και αυτός ξεφυσώντας στον καναπέ και χάιδεψε τρυφερά τους δύο πιστούς φίλους του. Τα σκυλιά ξάπλωσαν στα πόδια του καναπέ σε μια γλυκιά αναμονή , ισοδύναμο της ευγένειας του καλού ακροατή.

–Ναι, μια φορά υπήρξα κλόουν και μάλιστα διάσημος , παιδιά.
Στο τσίρκο που ήμουνα κοντά μισό αιώνα είχα και δικό μου δωμάτιο και η πόρτα του είχε και το όνομα μου… «Ζανί Ωμπιέ, η στρογγυλή μύτη».

Η παράσταση ήταν πάντα μαγεία και μέθη.
Το νούμερό του ήταν κάτι το ιερό, το προετοίμαζε με τελετουργία που απαιτούσε ενθουσιασμό, επινόηση, φαντασία και πάνω από όλα το απρόοπτο. 

-Τα παιδιά! Αχ αυτά τα παιδιά είναι άλλα όντα! Το γέλιο της ζωής και εγώ να το προσφέρω και να το ακούω κάθε μέρα! Τα παιδιά δεν τα απογοήτευσα ποτέ, αυτή είναι η περηφάνια μου.
..

Μια μέρα πριν την παράσταση μπήκε ένας πατέρας στο καμαρίνι μου και με παρακάλεσε να προσέξω τον γιό του.
 Ήταν εκ γενετής κωφός και δεν θα άκουγε τα αστεία μου. Εκείνη τη μέρα κατάλαβα πως ήμουνα ευλογημένος που γεννήθηκα νάνος. Έτσι, ξεκίνησα το νούμερό μου με περισσότερες γκριμάτσες και λιγότερα ταρατά-τά! 
Γύρεψα το πρόσωπο του μικρού και ένοιωσα τον πυρετό της πρόκλησης. Εκείνη τη μέρα το σώμα μου απέκτησε ένα μάτσο γέλια!

Έγινα καρτούν , έπεσα 100 φορές με πόνους , πήδηξα πιο ψηλά από όλες τις φορές, μα πάνω από όλα με αυτό το σώμα απεικόνισα το δένδρο , ζώα πολλά, τον άνεμο και την ζέστη, έγινα το λεξιλόγιο των συμβόλων , ζωγράφισα με τις κινήσεις μου χαμόγελα στα πρόσωπα και στο νου όλων των παιδιών.
 Έγινα ο αγαπημένος Ζάνι, ο κλόουν με την στρογγυλή μύτη ,που όλοι γέλαγαν και ήθελαν να ξαναδούν.
Όπως και να χει, περνούσα καλά και εγώ. 

Ώσπου μια μέρα ήρθε ο πόλεμος. 

Τα πρόσωπα των παιδιών γινήκανε γερασμένα και πώς να κάνω ένα γερασμένο πρόσωπο να γελάσει; Τα΄βαλα στην αρχή με τον πόλεμο , αυτό το παιχνίδι ακριβείας των μεγάλων που στοχεύει τις ψυχές των παιδιών.
...
–Τώρα θα δείτε, φώναζα στον ύπνο μου.
Άρχισα να παριστάνω την σφαίρα, το όπλο, τον βομβαρδισμό να μιμούμαι με ακρίβεια την τρέλα και την παράνοιά του, 
προσπαθώντας να φέρω το ανοιξιάτικο χαμόγελο 
.Έμπαινα στη σκηνή με πυροβολημένη μύτη και φώναζα:

«παιδιά μου αν δεν είστε φρόνιμα, θα γίνεται πολεμιστές…» 

Ο πόλεμος όμως δεν έχει άνοιξη και άνοιξη είναι η νιότη.
Έχασα για πρώτη φορά.
 Έκλεισε το τσίρκο και βρέθηκα στο μέτωπο να διασκεδάζω τους φαντάρους. Έμπαινα στη σκηνή μετά από τον ερωτικό χορό των γυναικών μπροστά στα διψασμένα ανδρικά μάτια. Έγινα η παρωδία του γέλιου, μια ολόκληρη σειρά αντιγράφων του εχθρού, σατιρίζοντας τους. 
Έγινα η πόρνη του πολέμου, ντύθηκα γυναίκα και λικνίστηκα ερωτικά με στήθια μεγάλα και βαριά. Έγινα ένα ψέμα που έπρεπε να φέρει γέλιο ανάμεσα σε προβολείς θανάτου. 


Αυτό δεν έπρεπε να καταντήσει έτσι. Το γέλιο εννοώ.
Δεν έπρεπε να είναι έτσι. 
Επαγγελματίας του γέλιου ο Ζανί άλλαξα και ο ίδιος. 
Χάθηκαν μέσα μου όλες οι αγνές προθέσεις , κρύφτηκαν μέσα μου μαζί με τα γερασμένα πρόσωπα των παιδιών.
Αυτό που μετράει είναι να σε συγκινεί η ζωή για να δουλεύεις με την χαρά και την αγάπη



. Σηκώθηκε ξεφυσώντας και φόρεσε τα τεράστια παλιοπάπουτσα. Άρχισε να χοροπηδά τρελά και να χορεύει μπροστά στα δύο σκυλιά του που τον μετατρέπουν σε παιδί, κάθε φορά που οι σκέψεις του γίνονται μαύρες.









...
Μέσα στις αναμνήσεις, στα χρώματα και τα γέλια, ένας γερασμένος κλόουν , ένα πολυφορεμένο χαμόγελο, ένας νάνος συν χέρια, συν πόδια ένα κεφάλι με στρογγυλή μύτη και δύο σκυλιά, απλά πράγματα και έπειτα φεύγει και αυτός και γεννιέται άλλος κλόουν πάνω στο σανίδι φεύγει και αυτός και παίρνει μαζί του το σανίδι και μένει ο πόλεμος χαράζοντας ρυτίδες στα πρόσωπα όλων των παιδιών.


Τσίρκο του χρόνου, ματιέρα της ζωής που επινόησε ένας Θεός αγέλαστος, χωρίς χιούμορ.

























Θανάσης Πάνου

«Ζώα άγρια και οικόσιτα»


















Τρίτη 19 Μαΐου 2015

O ΔΙΧΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΑΥΤΙΟΥ












Ένα βράδυ που τα μάτια ήσαν κλειστά, το αυτί αποχώρησε σιγά - σιγά από τη θέση του , γλίστρησε πάνω από τους κροτάφους και πλησίασε τη μύτη που είχε την ψευδαίσθηση πως αφού είναι κυρίαρχη πάνω από το στόμα και στο κέντρο του προσώπου είναι και η πιο σημαντική.
 
Η πρόθεσή του ήταν να της εκφράσει την φιλοσοφική του θέση, πως αυτή , το στόμα τα μάτια και αυτό, ήσαν το δράμα του προσώπου. 
Στα χιλιόμετρα της ανθρώπινης ζωής , σε αυτή την πορεία του προσώπου προς τα εμπρός και μέσα στον χρόνο δεν είχανε συνειδητοποιήσει ότι ζούνε σε ένα κουβάρι ψέματα δεμένα από την αρχή της ζωής σε κολακείες για την ομορφιά και την σπουδαιότητά τους.
 Μεγαλώσανε με την ψευδαίσθηση ότι ως όργανα που προσφέρουν γοητεία στο πρόσωπο, που όλοι τα εξυμνούν και τα θαυμάζουν , έχουν εξωτερική ομορφιά και εσωτερική ζωή, έκαστο δικιά του και αυτάρεσκα όπως μετατράπηκαν , λησμόνησαν τον αληθινό προορισμό τους. 

Ζωγράφοι, γλύπτες, ακόμη και μεγάλοι ποιητές, συσσώρευσαν αμέτρητα έργα και γραφτά για την ομορφιά τους. 

Αμυγδαλωτά και θάλασσα τα μάτια , στόμα με κόκκινα χείλη τριανταφυλλένια, μύτη ολόισια και με κύρος , αυτιά μικρά χαριτωμένα και άλλα τέτοια όμορφα, που χωρίς αμφιβολία ήσαν αποδεκτά από κάθε πρόσωπο. 

Από την άλλη, 
τα ίδια όργανα σε άλλα πρόσωπα γνώριζαν την απόρριψη και τον ρατσισμό. Μάτια θολά, μικρά σαν κουμπότρυπες, αυτιά μεγάλα σαν λάχανα η και αυτιά γαιδάρου, στόμα τεράστιο ή μικρό με χείλη ζαρωμένα. 

Από τούτο τον σωρό των ανθρώπινων ανοησιών ,
 το αυτί ακούγοντας όλες τις αντιφατικές απόψεις για την ομορφιά τους , πρώτο συνειδητοποίησε πως τόσα τρυπήματα για σκουλαρίκια, τόσα όμορφα γυαλιά για τα μάτια και τόσο κοκκινάδι για τα χείλη , την ακοή, την όραση την όσφρηση και την γεύση δεν τις ομορφαίνουν.

Όταν στο κάθε πρόσωπο ανεξαιρέτως σκαρφαλώνει η αρρώστια , τα βουητά , η καταρροή και το πρήξιμο , μαστιγώνουν το ίδιο επίπονα , είτε όμορφα είτε άσχημα τα θεωρούν. 

Το σχέδιο της ζωής είναι πολυδαίδαλο και χαράζεται αναπότρεπτα με ρυτίδες και αυτά κρεμασμένα με τάξη σε κάθε πρόσωπο στέκουν κόντρα σε κάθε καταιγίδα της , μια comedia dell’ arte οργάνων αίσθησης είναι, που τρυπώνει συλλογικά και εναποθέτει τους κόπους της στα σπλάχνα της νόησης.













Αυτά σκεφτότανε το αυτί που είχε κοντοσταθεί στο μάγουλο και κοίταζε τη μύτη. 
Ήταν μια μύτη που ζωγράφιζε όμορφα τις κεντρικές γωνίες του προσώπου , μια μύτη που πάνω από ωραία χείλη έστεκε υπερήφανη, ριζωμένη σε μάτια αμυγδαλωτά μιας καλλονής γυναίκας. 
Αποφάσισε να ξαναγυρίσει στη μυστική κρυψώνα του, μέσα στα κατάμαυρα μαλλιά και να μη μιλήσει ποτέ γι αυτό το διχασμό της ακοής, στο κάτω - κάτω αίσθηση που κατοικεί σε ωραίο πρόσωπο είναι και αυτό, τυχερό πιο πολύ από τις άλλες τις αισθήσεις , γιατί αυτό πλησιάζουνε τρυφερά και σιγοψιθυρίζουν απαλά το «σε αγαπώ γλυκιά μου»






...
Θανάσης Πάνου
...
«Ζώα άγρια και οικόσιτα»