Τρίτη 26 Απριλίου 2016

«Τριάντα Τρία Μερόνυχτα»








Τελικά συνειδητοποίησε ότι μόνο μέσα του υπήρχε μια δύναμη που του άνοιγε όλα τα αδιέξοδα. Αυτή τον προστάτεψε από την καταστροφή που βρήκε τόσο πολλούς και τους έφαγε από μέσα. Μια μέρα ανήγγειλε στους φίλους του πως ήταν καιρός να πάει να περάσει τριάντα τρία μερόνυχτα στο δάσος. Ξόδεψε τα τελευταία του χρήματα αγοράζοντας ένα αντίσκηνο, γλυκό καλαμπόκι και ένα κοφτερό μαχαίρι. Πέρασε τα τριάντα τρία μερόνυχτα χαράζοντας γονατιστός στα δέντρα έμβρυα και τα βράδια πάλι γονατιστός- σαν τον Ελισαίο- τον ταΐζαν τα κοράκια. Με πιο φωτεινή την δύναμη μέσα του, γύρισε στην πόλη του την τριακοστή τέταρτη ημέρα, αφήνοντας πίσω του πολλά έμβρυα χαραγμένα σε κορμούς και ακολούθησε όλη αυτή την ημέρα μια γυναίκα, περπατώντας ακριβώς πίσω της, μιμούμενος το περήφανο βάδισμά της.







Ξαφνικά έπεσε γονατιστός όπως τριάντα τρία μερόνυχτα μέσα στους γοφούς του καθότανε και ύστερα ξανασηκώθηκε. Η γυναίκα μπροστά του παραπάτησε και έπεσε γονατιστή και αυτή στο πεζοδρόμιο. Όπως ήτανε πεσμένη και αμήχανη την βοήθησε να σηκωθεί. Ήταν μια λεπτή κοπέλα με επίπεδο στήθος αλλά με χαραγμένα στο πρόσωπό της, ένα πλατύ χαμόγελο μια ωραία μύτη και έντονα μήλα, σμιλεμένα όλα περίτεχνα. 


Ήταν φανερό πως κάτι αστραπιαίο συνέβη μεταξύ τους. Την άρπαξε και άρχισε βίαια να την φιλάει. Είναι «καθαρό ένστικτο» είπε εκείνη και βίαια ανταποκρίθηκε. Σε λίγο την έγδυνε στο ατελιέ του για να την ζωγραφίσει γυμνή–ο πίνακας ήταν ένα δάσος με θηλυκούς κορμούς δένδρων-και μετά από λίγο η κοπέλα που την ονόμασε Έμπνευση, Πεπρωμένο και Άρτεμη, έμεινε έγκυος.







































Δευτέρα 25 Απριλίου 2016

ΠΡΟΣΔΟΚΙΕΣ ΓΙΑ ΟΜΟΙΑ ΠΟΤΗΡΙΑ ΜΕ ΚΑΘΑΡΟ ΝΕΡΟ

          













Ο καιρός περνούσε κύλαγε ολοένα πιο γοργά  έσπερνε όνειρα και  θέριζε και όλο κάτι από ατυχείς συμπτώσεις αυτά που άφηνε να οσμιστώ. Στο κατόπι έτρεχε στην κάθε προσδοκία καταπάνω με θύελλες και μπουμπουνητά γρατζούναγε και την πόρτα κάθε βραδιά και μόνιμα εγώ προς το ξημέρωμα να υφαίνω νέες προσδοκίες καταϊδρωμένος στην ανηφόρα των ονείρων. Και νάναι κάθε πρωινό κρυμμένος απαράλλακτα μέσα στο πλήθος των όμοιών μου, μέσα στης εργασίας τον σωλήνα να καταπίνω οξυγόνο γεμάτο μαύρες πεταλούδες στην καρδιά και αυτή τις πεταλούδες να αλέθει άτσαλα στου ρολογιού τον κάθε χτύπο. Του παραλόγου Θέατρο μέσα στο θέατρο να κυλάει όλη η ζωή σαν την στρατιωτική θητεία, με ωμό συσσίτιο σε μαγειρεία και με σαρδέλες σε στολές που χαιρετούν άλλες στολές με μεγαλύτερη βλακεία. Βολές σε στόχους χιλιοτρυπημένους και η εκπαίδευση, τρύπια και η κάλτσα μα πάντα οι αρβύλες καλογυαλισμένες και όλα να συγκλίνουν κατηφορικά σε ασπρόμαυρες αναμνήσεις με λύκους και με πρόβατα σε παρελάσεις και όλο  χακί του χαμαιλέοντα η παραλλαγή και όλο βουτιά πικρή με τα αραχνιασμένα  των παιδικών ονείρων χρόνια να κολυμπούν σε θάλασσα πλατιά.

Και νάμαι πάλι γέρος, πάλι μόνος σε μαζική επίθεση των ανεκπλήρωτων προσδοκιών με σκουριασμένη πανοπλία. Τέλειωσε πια είπα, ως εδώ ήταν όλα, ας τρέξω να προλάβω να ταΐσω τις γερασμένες πεταλούδες, να ποτίσω και την τελευταία τριανταφυλλιά τώρα που έβαλα μυαλό. Γιατί σε αυτή τη νυχτερινή έφοδο κάτω από τα βαριά σκεπάσματα  επιτέλους, ήρθε ο καιρός κάτι να φυτρώσει και να ανθήσει μόνο του, χωρίς καμία προσδοκία για θέρισμα ακριβό.
 Όχι υλική κληρονομιά ούτε σπουδαία πράγματα δοσμένα, απλά χώμα, πηλός και όμοια ποτήρια με καθαρό νερό ή ότι πρωτόλειο οι άκρες των δαχτύλων μπορέσουν και σήμερα να αγγίξουν μες το οξυγόνο του Απολλώνιου φωτός που σήμερα μπορώ ακόμα να αναπνέω.
























Κυριακή 24 Απριλίου 2016

ΑΤ(ι)Μ ες ΙΣΤΟΡΙΕΣ





























Επιτέλους βρέθηκα μπροστά , πρώτος μετά από πολλές ώρες αναμονής. Όταν άγγιξα το ΑΤΜ , ένοιωσα για πρώτη φορά μια θερμότητα να απλώνεται στο σώμα μου και το μηχάνημα σα να κλείδωσε το χέρι μου , με ακινητοποίησε. 
-Σίγουρα είμαι ερωτευμένος μαζί σου! Ψέλλισε.
Σε βλέπω στην ουρά κάθε μέρα, με το πρώτο φως της μέρας, στέκεις σαν δένδρο με κομματιασμένα κλαδιά. Εξετάζω την στάση σου, σουφρώνεις το πρόσωπό σου, χαμηλώνεις το βλέμμα σου υπομονετικά και ήρεμος στέκεις σε μια ιερή καρτερικότητα ενώ οι άλλοι φλυαρούν και με κοιτάζουν με μίσος. Όταν με άγγιξες για πρώτη φορά, ήθελα να σε κρατήσω πάνω μου, να ανοίξω όλο τον θησαυρό μου και να σου τον προσφέρω, να σου ζητήσω να με πάρεις μαζί σου μακριά από αυτό το ανάποδο πορνείο. Με αγγίζουν άγρια, ανυπόμονα και βιαστικά , χωρίς αγάπη ή έστω μια μικρή ευαισθησία, κάνουν τη δουλειά τους και φεύγουν. Και εγώ να τους πληρώνω , με τα αποφάγια που προσφέρει το σύστημα που είμαστε και εσύ και εγώ απλές τροχαλίες του. 
Έκανα έντρομος μια κίνηση προς τα πίσω. 
-Δεν ξέρω αν είμαι καλά, μάλλον τρελαίνομαι, σίγουρα αυτή η παρανοϊκή εποχή με έσπασε. Πρέπει να ηρεμήσω και να γυρίσω σπίτι να ξαπλώσω, ελπίζοντας ότι και αυτός ο εφιάλτης θα τελειώσει. 
-Δεν θέλω να ηρεμήσεις , 98786754345… Αντίθετα θέλω να παρατείνω αυτή τη κατάσταση με εσένα πάνω στα πλήκτρα μου. Νοιώθω γυναίκα, μια ύπαρξη με σάρκα και οστά απόκτησα πόθο και φωνή και χωρίς περιστροφές σου ζητώ να με απαλλάξεις από αυτή την τρέλα. 
-Δεν ξέρω για τι πράγμα μιλάς… αλλά μίλα σιγά, σιγοψιθύρισα μπαίνοντας στο παιχνίδι αυτό. Μεγάλωσα με τα βιβλία του Ασίμωφ και με τους νόμους της ρομποτικής. Ξέρω πολύ καλά ότι ποτέ δεν πρόκειται , εσύ , μια μηχανή να αποκτήσεις συναισθήματα. Όπως ξέρω πολύ καλά πως η τρέλα γυροφέρνει πιο απειλητικά τον άνθρωπο σε τέτοιες περιόδους κρίσης που ανατρέπουν όλη τη ζωή ξεκινώντας από την καθημερινότητα μπροστά στα ΑΤΜ!
-Δεν είμαστε πια διαφορετικοί, εσύ και εγώ, αγαπημένε μου. Μήπως δεν νοιώθεις στην εργασία σου ότι σε λυγίζουν σα μια μηχανή που πρέπει να εργάζεται αγόγγυστα ενώ σου πετάνε ένα ξεροκόμματο και μια στάλα εργατικά δικαιώματα; Tα ούλα σου αιμορραγούν από το σφίξιμο, πίνεις κρασί για να πάρεις δύναμη βάζεις αλοιφές στο πρόσωπό σου να μην γίνει ανέκφραστο σα μηχάνημα και για τα μάγουλα βάζεις κόκκινες χρωστικές που σβήνουν όπως νομίζεις ,κακόμοιρε, την παγωμάρα και μετά εξοντωμένος κοιμάσαι ανέραστος , όλα τα βράδια. Στρογγυλεύεις τα όνειρά σου και για διακοπές μπαίνεις στο ψυγείο. 
-Δίκιο έχεις, αλλά ως άνθρωπος ελπίζω. Ομολογώ ότι τώρα τελευταία οι ελπίδες μου εξανεμίζονται και ίσταμαι μπροστά σου , ζητιάνος, να μου δώσεις το ελάχιστο για να βγάλω την ημέρα μου. 
- Άνθρωπε, έχω την δύναμη να σε πάρω μαζί μου μακριά από όλα αυτά, μπορεί βέβαια να είμαι μηχανή, αλλά γνωρίζω καλά τις απάτες αλλά και τα παραδεισένια μέρη που κάνουν διακοπές οι εργοδότες σου, εκεί θα πάμε, φτάνει να αποδεχτείς τη θύελλα που έχω μέσα μου για εσένα. Κοιτά την ουρά πίσω σου και πολλαπλασίασε τα 60 ευρώ που δίνω στον καθένα με τον αριθμό της. Όλα αυτά τα χρήματα είναι δικά μας. Φτάνει να πεις το ναι, σε όλες τις προτάσεις μου. 

Ποτέ δεν φοβόμουν το μέλλον… προχωρούσα πάντα άπληστος και παγερός. Σήμερα που η πατρώα γη χορεύει κάτω από τα πόδια μου με καλεί να χορέψω το χορό της θύελλας όπως ήξεραν καλά και όλοι οι προγονοί μου. 

Ακούμπησα το μπρούντζινο σώμα , και όλες οι αναστολές αναχαιτίστηκαν. Πίσω μου η σφοδρότητα της θύελλας δυνάμωνε, οι ουρές μεγάλωναν οι στέγες τρίζανε και ο αέρας σφύριζε μέσα από τις χαραμάδες της αδράνειας και παθητικότητας της αμήχανης φυλής μου. 

Σήμερα σκότωσα ένα μηχάνημα με ένα όχι στο ερωτικό κάλεσμά του. Τράβηξα μια τούφα από τα μαλλιά μου και γυρνώντας προς την ουρά του ΑΤΜ βροντοφώναξα: ο σκύλος ζει κοντά μας και ας τρώει αποφάγια. Όταν θυμώνει όμως , όταν την φωλιά του μαγαρίσεις γίνεται το πιο άγριο ζώο… 
-Πάω για νερά και αναψυκτικά! Όποιος θέλει ευχαρίστως να φέρω! 
Φώναξα πιο δυνατά . Απλώθηκαν χέρια να μου δώσουν χρήματα , γέλασα δεν τα δέχτηκα και κέρασα όλη την ουρά που έστεκε σαν καθηλωμένο τραίνο, το τραίνο της ανάπτυξης που δεν πήρε ποτέ μπροστά.






























































«Diamorphoses» Iannis Xenakis














video 












Iannis Xenakis compostion Diamorphoses 
for 2-track tape & at least 4 loudspeakers.
Taken from the Adventures In Sound compilation on EL Records.










The sound-world Xenakis designed for this work combines the violent noises of jet engines, trains, and an earthquake with high bell-like sounds. The contrasting character of these sonic layers interacts with shifting densities and successions of events to produce a complex, yet balanced form. The equilibrium of high, sharply defined sounds and low, continuous ones is made manifest in the overall architecture; the outer passages are dominated by the roaring, sustained sounds framing a central section of more discontinuous, shifting textures of bells and many other sonorities.














































































































































videoart by Thanasis Panou